Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2012

Μια πόλη αλλάζει, μια χώρα αλλάζει...

Φθινοπωρινό απόγευμα στη Θεσσαλονίκη, την αγαπημένη πόλη των παιδικών και φοιτητικών μου χρόνων, τη δεύτερη ιδιαίτερη πατρίδα μου. Παρκάρω το αυτοκίνητο και τα βήματά μου με οδηγούν στα παλιά φοιτητικά λημέρια. Πρώτη βροχή μετά από καιρό ανομβρίας και μόλις έχει σταματήσει. Οι τελευταίες σταγόνες της λάμπουν σαν μικρά διαμαντάκια σε κάποια πεισματάρικα, πράσινα ακόμη, φύλλα και φυλλωσιές θάμνων του πάρκου απέναντι από το Αριστοτέλειο. Με αιφνιδιάζει η εικόνα των μουσκεμένων στρωμάτων επάνω στα παγκάκια, που υποδηλώνει την ύπαρξη αστέγων, που βρίσκουν καταφύγιο εκεί, μια εικόνα που δεν είχα αντικρίσει ποτέ στο παρελθόν. Η «προίκα» τους στοιβαγμένη τακτικά στην άκρη, θλιβερή απόδειξη της ανεπάρκειας του κοινωνικού μας κράτους. Στα σκαλοπάτια της εκκλησίας παραδίπλα, στην «Παναγία Δέξια», κάποιοι φτωχοντυμένοι, αφρόντιστοι άνθρωποι- οι «ιδιοκτήτες» πιθανότατα των στρωμάτων-, προσπαθούν να πουλήσουν κεριά σε διερχόμενους πιστούς. Ένας νεαρός «στολίζει» με φαρμακερά λόγια μια κυρία που αγνοεί την προσφορά του. Θυμός και απελπισία σφραγίζουν την έκφραση στη μορφή του. Οι διαβάτες προσπερνούν δίχως να σηκώσουν το βλέμμα, επιδιώκοντας έτσι να προσπεράσουν την ίδια την πραγματικότητα. Πλησιάζω και αγοράσω ένα κερί. Οι ευχαριστίες του με αφήνουν αμήχανη. Τρέχω να το ανάψω, μα δεν ξέρω πια πώς και σε τι να προσευχηθώ. Παρακάτω, δίπλα σχεδόν στην Καμάρα, μια γυναίκα ρακένδυτη ψάχνει εναγωνίως τα σκουπίδια. Αντικρίζω τη σκηνή σοκαρισμένη. χρόνια πολλά περνοδιάβαινα σ’ αυτούς τους δρόμους, και μάλιστα σε εποχές που η χώρα μας ήταν πολύ φτωχότερη απ’ τη σημερινή Ελλάδα, και δεν είχα συναντήσει κάτι παρόμοιο. Αποφασίζω να σταθώ για έναν καφέ στην Αριστοτέλους. Ο ήλιος, ξεπλυμένος απ’ τη βροχή, αφήνει τις τελευταίες αχτίδες του να βυθιστούν στο βάθος του ορίζοντα. Η υγρασία κι η μουντάδα αγκαλιάζουν ασφυκτικά την κατάμεστη πλατεία. Κόσμος περνοδιαβαίνει βιαστικός, άλλοι απολαμβάνουν το απογευματινό καφεδάκι συζητώντας, κάποιοι λίγοι έχουν ακόμη το κουράγιο και γελούν αμέριμνα. Ο καφές έρχεται και πίνω λίγες γουλιές, που φαρμακώνουν το λαιμό μου. Από δευτερόλεπτο σε δευτερόλεπτο θαρρείς και κυλούν μπροστά μου όλες οι φυλές της γης, προσπαθώντας κάτι να πουλήσουν ή ζητιανεύοντας, μικρά ρακένδυτα παιδιά πλησιάζουν με χέρι απλωμένο και πρόσωπο αγέλαστο, γέροντες πουλούν λαχεία και μαζί μια ψευδαίσθηση πως κάπου σε περιμένει ένα καλύτερο μέλλον. Ένας ηλικιωμένος κύριος, ντυμένος στα απλά ρούχα του αγρότη, απλώνει μπροστά μου μικρά σακουλάκια γεμάτα άγρια ρίγανη από τον Όλυμπο. Η έντονη μυρουδιά της με παρακινεί να αγοράσω αρκετά, ευελπιστώντας πως ίσως έτσι καταφέρω να αντιμετωπίσω την οσμή της φτώχιας και της δυστυχίας που κατακλύζουν την όμορφη πλατεία. Έχει νυχτώσει πια και σηκώνομαι. Τελικά ο καφές της νοσταλγίας μού έχει αφήσει και έντονη στιφάδα στα χείλη. Επιστρέφω μέσω της Εγνατίας στα πανεπιστήμια, όπου με περιμένει το αμάξι μου. Η γειτονιά των φοιτητικών μου χρόνων σφίγγει την ψυχή μου. Τα μαγαζιά εγκαταλειμμένα, άδεια τα περισσότερα, αναζητούν εναγωνίως ενοικιαστή. Οι σβηστές βιτρίνες μαυρίζουν το δρόμο, επιτείνοντας την αίσθηση της ερημιάς και της εγκατάλειψης. Το βιβλιοπωλείο απ’ όπου ψώνιζα είναι γεμάτο αφίσες ξεφτισμένες, κλειστό κι αυτό. Τα σκουπίδια γεμίζουν τις γωνιές των άδειων μαγαζιών, η πόλη δίνει την αίσθηση μιας πόλης σε απόγνωση. Η περιφερειακή οδός έχει ευτυχώς κίνηση, διαφορετικά το ίδιο σκότος θα επικρατούσε κι εκεί. Λάμπες που έχουν καεί από μήνες μένουν αναντικατάστατες, διαχωριστικές γραμμές που έχουν σβήσει οι ρόδες και η κίνηση μόλις που αχνοφαίνονται, να σου θυμίζουν την πορεία σου. Μια λακκούβα που έχει ξεφυτρώσει ξαφνικά με τραντάζει, υπενθυμίζοντάς μου ότι πια η Ελλάδα είναι ίδια παντού, αφού και στον γενέθλιο τόπο μου οι λάκκες πληθαίνουν σαν κρατήρες ηφαιστείων, τα πάρκα ακούρευτα αποδιώχνουν τα παιδιά, τα καμένα φώτα μαυρίζουν την ψυχή, αγριεύοντας το τοπίο, και τα σκουπίδια χορεύουν στον επιθανάτιο ρόγχο μιας χώρας που χάνεται ξεζουμισμένη… Η χρεοκοπία είναι ήδη εδώ και το βαρύ της δίχτυ μας παγιδεύει όλους… πόλεις, χωριά, ανθρώπους… Αναζητώ μια ελπίδα, από κάπου να πιαστώ, κι εγώ και πολλοί ακόμη… Θα τη βρούμε άραγε;

Πέμπτη 2 Αυγούστου 2012

ΣΤΗΝ ΠΑΝΕΜΟΡΦΗ ΑΣΠΡΟΒΑΛΤΑ

Καλοκαίρι… Τι πιο όμορφο από τις πανέμορφες παραθαλάσσιες μικρές μας πόλεις για διακοπές; Και, φυσικά, διακοπές δίχως διάβασμα δεν έχουν γλύκα, κι έτσι… Εκδηλώσεων συνέχεια, φίλοι μου, στην υπέροχη Ασπροβάλτα, όπου θα περιμένω όσους από εσάς παραθερίζετε ή και κατοικείτε μόνιμα εκεί, στον πεζόδρομό της, την Τρίτη, 7 Αυγούστου και ώρα 9-11 το βράδυ, να συζητήσουμε για το νέο μου βιβλίο «Τ’ αχνάρια των ξυπόλυτων ποδιών» - και όχι μόνο - και να υπογράψω τα αντίτυπά του. Ακολουθεί η πρόσκληση…

Πέμπτη 12 Ιουλίου 2012

Και πάλι στη γειτονιά μου και στην υπέροχη Κοζάνη

Καθώς το καλοκαιράκι προχωρά, προχωρούν και οι εκδηλώσεις. Και, φυσικά, καλοκαίρι δίχως πανηγύρεις δεν είναι όμορφο. Κι εγώ έχω την τύχη και τη χαρά να είμαι προσκεκλημένη του πολιτιστικού Συλλόγου «Διγενής Ακρίτας» στις 17 του μήνα, ανήμερα της γιορτής της Αγίας Μαρίνας, και ώρα 21,30’ στην υπέροχη Λευκόβρυση Κοζάνης, όπου θα έχω την ευτυχία να γνωριστώ με όσους αναγνώστες ή αναγνώστριες το επιθυμούν και να ανταλλάξουμε απόψεις για τα βιβλία μου, αλλά και τη λογοτεχνία γενικότερα. Ακολουθεί η πρόσκληση και… μην ξεχνάτε, σας περιμένω αγαπημένοι μου φίλοι από την Κοζάνη.

Δευτέρα 11 Ιουνίου 2012

Όλα στη... γειτονιά μου!

Δυο εκδηλώσεις, και οι δυο σχεδόν στη γειτονιά μου! Μετά την Κρήτη ήρθε η στιγμή να επισκεφτώ και πάλι, ένα χρόνο ακριβώς αργότερα, την όμορφη ακριτική Φλώρινα. Καλεσμένη κι αυτή τη φορά του συλλόγου «Venetia», που μου έκανε πέρσι την τιμή να είναι η μαυροντυμένη «Νύφη» μου το πρώτο βιβλίο που η νεοσύστατη τότε λέσχη αναγνωστών είχε επιλέξει για ανάγνωση κι εγώ η πρώτη συγγραφέας που καλούσαν. Το πορτρέτο της «Νύφης» που μου χάρισαν είναι το αγαπημένο μου και κοσμεί από τότε το σαλόνι του σπιτιού μου. Θέλω, λοιπόν, να τους ευχαριστήσω από δω για άλλη μια φορά για την όμορφη και ζεστή παρουσίαση του βιβλίου μου και, φυσικά, για την καινούρια πρόσκληση, τούτη τη φορά για «Τ’ αχνάρια των ξυπόλυτων ποδιών». Η εκδήλωση θα γίνει στην Πινακοθήκη Φλωρινιωτών ζωγράφων του ΦΣΦΑ στις 8.30 το απόγευμα της Τετάρτης στις 13 του Ιούνη. Θα είναι χαρά μου να βρεθώ και πάλι κοντά σας, φίλοι και φίλες από τη Φλώρινα, και να συζητήσουμε για λογοτεχνία. Επίσης το Σάββατο, 16 Ιούνη, από το απόγευμα μέχρι τις 10.30΄ περίπου το βράδυ, θα βρίσκομαι στην Έκθεση Βιβλίου του Λευκού Πύργου στην αγαπημένη μου Θεσσαλονίκη, για να γνωριστώ με όσους αναγνώστες το επιθυμούν και να υπογράψω τα βιβλία μου στο περίπτερο των εκδόσεων «ΨΥΧΟΓΙΟΣ», φυσικά. Σας περιμένω…

Τρίτη 22 Μαΐου 2012

Αγαπημένη Κρήτη

Είμαι πολύ χαρούμενη, φίλοι μου από την Κρήτη, που σε λίγες μέρες, και συγκεκριμένα την Πέμπτη 24 Μαΐου, θα βρίσκομαι κοντά σας για την παρουσίαση του βιβλίου μου "Τ' αχνάρια των ξυπόλυτων ποδιών", η οποία θα γίνει στο βιβλιοπωλείο "Ελευθερουδάκης", στις 8 η ώρα το απόγευμα. Θα είναι τιμή μου να γνωριστούμε από κοντά με όσους και όσες το επιθυμείτε και να συζητήσουμε για λογοτεχνία. Σας περιμένω, λοιπόν... και παραθέτω και την επίσημη πρόσκληση. Τίτλος: Η Σόφη Θεοδωρίδου στο Ηράκλειο Αφορά τα Βιβλία: Τ' ΑΧΝΑΡΙΑ ΤΩΝ ΞΥΠΟΛΥΤΩΝ ΠΟΔΙΩΝ Συγγραφέας: ΣΟΦΗ ΘΕΟΔΩΡΙΔΟΥ Τόπος: Βιβλιοπωλείο Ελευθερουδάκης ( Οδός 1821 αρ 10, Ηράκλειο, τηλ.: 2810 227500 ) Ημερομηνία: Πέμπτη 24/05/2012 20:00 μμ Το βιβλιοπωλείο Ελευθερουδάκης και οι Εκδόσεις Ψυχογιος σας προσκαλούν σε βραδιές παρουσιάσεων αγαπημένων σας βιβλίων που θα γίνουν στο χώρο του βιβλιοπωλείου.

Τετάρτη 16 Μαΐου 2012

Όνειρο ανοιξιάτικου απομεσήμερου

Το μαγιάτικο απομεσήμερο είναι ζεστό και ευχάριστο. Από το ανοιχτό παράθυρο εισβάλλουν στο σπίτι τα αρώματα του κήπου, το κελάηδημα ενός αηδονιού, το απαλό αεράκι. Η τηλεόραση ανοιχτή στον κρατικό σταθμό μεταδίδει τα τεκταινόμενα στο Προεδρικό Μέγαρο κι ένα χαμόγελο αγαλλίασης διαγράφεται στο πρόσωπό μου. Επιτέλους, τα κατάφεραν, σκέφτομαι. Σχημάτισαν κυβέρνηση εθνικής ενότητας διαψεύδοντας τις Κασσάνδρες, βάζοντας πάνω απ’ όλα και όλους το εθνικό συμφέρον, παραβλέποντας τις διαφορές και εστιάζοντας σε αυτό που όλοι διατείνονται ότι τους ενδιαφέρει: το καλό της χώρας και των πολιτών της. Εξηγούν ότι θα επιλέξουν τα πιο άξια στελέχη τους και το καλύτερο ανθρώπινο δυναμικό της ελληνικής κοινωνίας να στελεχώσουν την κυβέρνηση, που θα κληθεί να παλέψει τα προβλήματα, όπως το όρισαν, άλλωστε, ψηφίζοντας, λίγες μόλις μέρες νωρίτερα, οι Έλληνες πολίτες. Τώρα πια η ελπίδα ανθίζει, τώρα όλα θα πάνε καλά… Θόρυβος βομβαρδίζει τ’ αυτιά μου. Οι λέξεις χάνονται, σβήνουν… Ίσως είναι κάποιες καρακάξες που καυγαδίζουν στην αυλή, καλύπτοντας με το ενοχλητικό τους κράξιμο τις σημαντικές εξαγγελίες. Ένας αγέρας που ξαφνικά δυναμώνει ξεσπάει τις ριπές του, τις στέλνει στο δωμάτιο και το ελαφρώς ιδρωμένο κορμί μου αναρριγά. Ανοίγω τα μάτια συνειδητοποιώντας ότι όλα ήταν ένα όνειρο. Στην ανοιχτή τηλεόραση ο καυγάς των καλεσμένων, που με έχει ξυπνήσει, έχει ανάψει. Μιλούν όπως συνήθως ο ένας πάνω στον άλλο, αδιάφοροι αν καταλαβαίνουμε όσα λένε, χειρονομώντας με πάθος. Αντιλαμβάνομαι από τους τίτλους που περνούν στο κάτω μέρος ότι όλα έχουν τελειώσει και πάμε πια σε νέες εκλογές, ότι για άλλη μια φορά τα περίφημα μηνύματά μας, τα οποία όλοι διατείνονταν ότι έλαβαν αλλά εν τέλει κανείς δεν είχε λάβει, δεν έφτασαν στα ανύπαρκτα αυτιά τους κι ότι όλοι εμείς και τα προβλήματά μας εξακολουθούμε να είμαστε «μια καυτή πατάτα» ή ένας «μουντζούρης» που κανένας δε θέλει να αναλάβει. (Ας διαλέξουμε ανάμεσα στα δύο). Ένα όνειρο ήταν, λοιπόν, η εθνική ομοψυχία. Ένα όνειρο ανοιξιάτικου απομεσήμερου… Η αμείλικτη πραγματικότητα πάλι μπροστά μας, η απελπισία, η ανασφάλεια, η ακυβερνησία, δαμόκλειος σπάθη πάνω απ’ τα κεφάλια μας. Σε δεύτερο χρόνο: φίλοι εφοδιάζουν τα ντουλάπια τους με τρόφιμα, φοβούμενοι την πείνα που προοιωνίζονται οι φήμες, ενώ άλλοι καταχωνιάζουν τα λιγοστά ευρώ τους ή στέλνουν τα περισσότερα σε ασφαλείς τοποθετήσεις στο εξωτερικό. Κανείς δεν είναι αισιόδοξος, όλοι φοβούνται για τα χειρότερα. Φοβούνται μήπως σε λίγο διάστημα ξαναζήσουμε το ίδιο έργο και τότε οι συνέπειες θα είναι ανυπολόγιστες. Γι’ αυτό, λοιπόν, προτείνω με το ψηφοδέλτιο να μας δίνουν και ένα ΝΑΙ ή ΟΧΙ να ρίξουμε μαζί, μήπως και έτσι τους υποχρεώσουμε να αντιληφθούν, επιτέλους, τι ακριβώς επιθυμούμε και για ποιο λόγο ψηφίζουμε: για να έχουμε κυβέρνηση. Ο καθ’ όλα αξιοπρεπής κύριος Πικραμένος θα είναι μέχρι τότε ο πρωθυπουργός μας. Ένα είναι σίγουρο: πως το όνομά του μας ταιριάζει… Καλό επόμενο βόλι.

Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2012

Τ' αχνάρια των ξυπόλυτων ποδιών

Αχνάρια και … νέο βιβλίο! Ποτέ δε φανταζόμουν, όταν άρχισα να γράφω το πρώτο μου βιβλίο «Η νύφη φορούσε μαύρα», ότι θα γινόμουν… τρίτεκνη και, ίσως σε ακόμη ένα χρόνο… πολύτεκνη. Να όμως που κυκλοφορεί πια το τρίτο μου βιβλίο με τίτλο «Τ’ αχνάρια των ξυπόλυτων ποδιών». Υποψιάζομαι πως ανατροφοδοτείται η έμπνευση από την επιδοκιμασία των αναγνωστών, γι’ αυτό κι εγώ σας ευχαριστώ θερμά για τα σχόλιά σας, το ενδιαφέρον που δείχνετε, τις καλόπιστες κριτικές σας.
Περίεργος τίτλος, μου είπαν κάποιοι. Ναι, είναι περίεργος, όπως είναι περίεργο και το γεγονός πως τούτη τη φορά εμπνεύστηκα πρώτα τον τίτλο και κατόπιν ξεκίνησα να γράφω το βιβλίο. Καθοριστικός παράγοντας και για τα δυο – τίτλο και βιβλίο – υπήρξε μια κάπως παράδοξη θεωρία για την οποία μου μίλησε κάποιος φίλος, στον οποίο και αφιερώνω τα ‘Αχνάρια’. Μια θεωρία που θα συναντήσετε όσοι το διαβάσετε κατά την ανάγνωσή του και τότε ίσως καταλάβετε πώς επέλεξα τον συγκεκριμένο τίτλο.
Οι κεντρικοί ήρωες του βιβλίου είναι δυο άντρες. Πατέρας και γιος, Θεμιστοκλής και Άλκης. Δυο άντρες, μια μοίρα κοινή, που η ζωή του ενός μοιάζει να συμπληρώνεται απ’ τη ζωή του άλλου. Γύρω αρκετές γυναικείες μορφές ( Αλκινόη, Ελένη, Ερατώ, Θάλεια) προκαλούν έρωτες, αγάπη, πόνο, θυσίες. Τα χρόνια στα οποία βαδίζουν δύσκολα, γεμάτα φτώχια, δυστυχία, φόβο, χωρίς να λείπουν και οι όμορφες ανθρώπινες στιγμές. Προσφυγικά Σαλονίκης, Τήνος, Αθήνα, μια επαρχιακή κωμόπολη, η Επίκληρος, τα μέρη που αφήνουν τ’ αχνάρια τους.
Η ιστορία αρχίζει μια βραδιά του 1926 στη Σαλονίκη και τελειώνει πάλι εκεί το 1975. Μια ολόκληρη ζωή κυλά στο μεταξύ, μια ζωή που για τους ήρωες και τις ηρωίδες αποδεικνύεται δύσκολη σε χρόνια σκληρά, καθώς η Ελλάδα παλεύει να σταθεί στα πόδια της. Μια ζωή ξυπόλυτη…
Δε γράφω παραπάνω, γιατί μου αρέσει οι αναγνώστες ν’ ανακαλύπτουν σελίδα τη σελίδα τη ροή της ιστορίας. Για άλλη μια φορά, λοιπόν, καλή αντάμωση στις σελίδες του με όσους και όσες το κρατήσουν στα χέρια τους.

Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2012

Όσο υπάρχουν άνθρωποι

Δύσκολες μέρες, δύσκολα χρόνια. Βαριά μελαγχολία δέρνει ζωές και ψυχές. Το αύριο άδηλο, το σήμερα ανασφαλές, τα μηνύματα καιρών και ανθρώπων απογοητευτικά.
Πριν λίγες μέρες ήμουν σίγουρη πως δεν υπάρχει ελπίδα. Πριν λίγες μέρες η εκ φύσεως αισιοδοξία μου έδειχνε να έχει σβήσει. Όσα συναντούσα γύρω μου δεν άφηναν περιθώρια να τραφεί, να βρει λίγο έστω οξυγόνο, κάτι ν’ αρπαχτεί να φουντώσει ξανά. Και πώς να γίνει αυτό, δηλαδή, όταν η δυστυχία πολλαπλασιάζεται, ο πόνος περισσεύει, τα χρέη των ανθρώπων διογκώνονται εξαιτίας της συγκυρίας δυσανάλογα με τα έσοδά τους που όσο πάει και λιγοστεύουν, ενώ οι πολίτες, οι περισσότεροι, μοιραίοι και αμέριμνοι, συνεχίζουν την παλιά τους τακτική της φοροδιαφυγής, του ρουσφετιού, της ηθελημένης άγνοιας για την κατρακύλα της χώρας;
Δίνεις μάχη για να πάρεις μια απλή απόδειξη, οι προτάσεις να συμμετέχεις κι εσύ στο πάρτι του «όλοι το ίδιο κάνουν, γιατί όχι κι εσύ» έρχονται σωρηδόν καθημερινά στην παραμικρή συναλλαγή…
«Σαράντα τοις εκατό έκπτωση κάνω», μας είπε τις προάλλες ιδιοκτήτρια καταστήματος στη Θεσσαλονίκη. Χαμήλωσε τη φωνή της: «αλλά, αν δε θέλετε απόδειξη, σας κάνω πενήντα…» Δηλαδή, κυρία μου, από το 23% του ΦΠΑ 13 εσύ, 10 ο πελάτης, τίποτε το κράτος απ’ το οποίο έχουμε την απαίτηση να φροντίζει για τα νοσοκομεία μας, τα σχολεία των παιδιών μας, τους δρόμους μας…
«Πού ζεις εσύ!» Η απαξιωτική της φράση, όταν της επισήμανα πως και τέτοιες πρακτικές μαζί με άλλες μας οδήγησαν εκεί που βρισκόμαστε, για ν’ ακολουθήσει η φραστική της επίθεση για τα χαράτσια κι όλα τα υπόλοιπα που σαν καταιγίδα πέφτουν πάνω μας, λες και η συμπεριφορά των ομοίων της ήταν διαφορετική στις εποχές της μοιραίας αμεριμνησίας.
Έφυγα θυμωμένη. Εντάξει, γνωρίζω πως το κράτος μας απέχει πολύ από το να είναι αποτελεσματικό, φιλικό στον πολίτη, εξυπηρετικό. Εχθρικό θα το χαρακτήριζα κι εγώ. Αλλά αποτελεί αυτό άλλοθι για τη δική μας ανομία; ‘Τέλειωσε η χώρα’, σκεφτόμουν βαδίζοντας στην Εγνατία.
Ευτυχώς, λίγες μόνο μέρες αργότερα, πήρα το οξυγόνο που χρειαζόμουν για να φουντώσουν οι ελπίδες μου πως τίποτε δεν τελείωσε ακόμα.
«Δε θέλω χρήματα!» Δυο φορές αρνήθηκε νεαρός ιδιώτης γιατρός να πληρωθεί, παρ’ όλο που μας συμβούλεψε και δια ζώσης και δια τηλεφώνου, επειδή δε χρειάστηκε να εξετάσει την ηλικιωμένη συγγενή μας, αποτρέποντάς μας συνάμα από μια δαπανηρή και οδυνηρή εξέταση. «Εγώ χρήματα θα βγάλω απ’ την εξέταση, αλλά δε χρειάζεται να την ταλαιπωρήσουμε», μας συμβούλεψε, αφήνοντάς μας έκπληκτους συνιστώντας μας μια άλλη ευκολότερη εξέταση και γράφοντάς μας ύστερα από αυτήν θεραπευτική αγωγή για την ασθενή.
«Πού ζεις εσύ;» έπρεπε ν’ αναφωνήσω κι εγώ με τη σειρά μου τη φράση που μου είχε πετάξει στη Θεσσαλονίκη η ιδιοκτήτρια του καταστήματος. Αντί γι’ αυτό προτίμησα ν’ αφήσω την ετοιμοθάνατη αισιοδοξία μου ν’ ανθήσει και πάλι.
Όσο υπάρχουν άνθρωποι, Ελλάδα μου, μη φοβάσαι. Δεν πεθαίνεις…