Αχνάρια και … νέο βιβλίο! Ποτέ δε φανταζόμουν, όταν άρχισα να γράφω το πρώτο μου βιβλίο «Η νύφη φορούσε μαύρα», ότι θα γινόμουν… τρίτεκνη και, ίσως σε ακόμη ένα χρόνο… πολύτεκνη. Να όμως που κυκλοφορεί πια το τρίτο μου βιβλίο με τίτλο «Τ’ αχνάρια των ξυπόλυτων ποδιών». Υποψιάζομαι πως ανατροφοδοτείται η έμπνευση από την επιδοκιμασία των αναγνωστών, γι’ αυτό κι εγώ σας ευχαριστώ θερμά για τα σχόλιά σας, το ενδιαφέρον που δείχνετε, τις καλόπιστες κριτικές σας.
Περίεργος τίτλος, μου είπαν κάποιοι. Ναι, είναι περίεργος, όπως είναι περίεργο και το γεγονός πως τούτη τη φορά εμπνεύστηκα πρώτα τον τίτλο και κατόπιν ξεκίνησα να γράφω το βιβλίο. Καθοριστικός παράγοντας και για τα δυο – τίτλο και βιβλίο – υπήρξε μια κάπως παράδοξη θεωρία για την οποία μου μίλησε κάποιος φίλος, στον οποίο και αφιερώνω τα ‘Αχνάρια’. Μια θεωρία που θα συναντήσετε όσοι το διαβάσετε κατά την ανάγνωσή του και τότε ίσως καταλάβετε πώς επέλεξα τον συγκεκριμένο τίτλο.
Οι κεντρικοί ήρωες του βιβλίου είναι δυο άντρες. Πατέρας και γιος, Θεμιστοκλής και Άλκης. Δυο άντρες, μια μοίρα κοινή, που η ζωή του ενός μοιάζει να συμπληρώνεται απ’ τη ζωή του άλλου. Γύρω αρκετές γυναικείες μορφές ( Αλκινόη, Ελένη, Ερατώ, Θάλεια) προκαλούν έρωτες, αγάπη, πόνο, θυσίες. Τα χρόνια στα οποία βαδίζουν δύσκολα, γεμάτα φτώχια, δυστυχία, φόβο, χωρίς να λείπουν και οι όμορφες ανθρώπινες στιγμές. Προσφυγικά Σαλονίκης, Τήνος, Αθήνα, μια επαρχιακή κωμόπολη, η Επίκληρος, τα μέρη που αφήνουν τ’ αχνάρια τους.
Η ιστορία αρχίζει μια βραδιά του 1926 στη Σαλονίκη και τελειώνει πάλι εκεί το 1975. Μια ολόκληρη ζωή κυλά στο μεταξύ, μια ζωή που για τους ήρωες και τις ηρωίδες αποδεικνύεται δύσκολη σε χρόνια σκληρά, καθώς η Ελλάδα παλεύει να σταθεί στα πόδια της. Μια ζωή ξυπόλυτη…
Δε γράφω παραπάνω, γιατί μου αρέσει οι αναγνώστες ν’ ανακαλύπτουν σελίδα τη σελίδα τη ροή της ιστορίας. Για άλλη μια φορά, λοιπόν, καλή αντάμωση στις σελίδες του με όσους και όσες το κρατήσουν στα χέρια τους.